- ξυλογνωσία
- η наука, изучающая свойства различных пород древесины
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ξυλογνωσία — η τμήμα τής δασολογίας το οποίο έχει ως αντικείμενο την ανατομική μελέτη τών διαφόρων ειδών τών ξύλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλο + γνώση. Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στον Ν. Χλωρό] … Dictionary of Greek
ξύλο — Φυτικός ιστός, που σχηματίζει, στον βλαστό και στις ρίζες των φυτών, το ξυλώδες αγγειακό τμήμα των ηθμαγγειωδών δεσμίδων, ή σύστημα των αγωγών αγγείων· με το σύστημα αυτό μεταφέρεται και κυκλοφορεί ο ακατέργαστος χυμός, δηλαδή το νερό και οι… … Dictionary of Greek